- σαπωνίτης
- ο, Νένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό τού μαγνησίου το οποίο ανήκει στην ομάδα τών αργιλικών ορυκτών και αποτελεί μέλος τής σειράς τού μοντμοριλλονίτη, κν. σαπουνόχωμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < σάπων + κατάλ. -ίτης (πρβλ. λιγν-ίτης). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν].
Dictionary of Greek. 2013.